μυθιστορικός

μυθιστορικός
-ή, -ὁ (Α μυθιστορικός, -ή, -όν) [μυθιστορία]
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μυθιστορία («μυθιστορική πλοκή»)
2. αυτός που αποτελείται από μυθιστορίες.
επίρρ...
μυθιστορικώς και -ά
με μυθιστορικό τρόπο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”